Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2016

Αμερικανικές Εκλογές. Α’ Μέρος: Υπάρχει το Σύστημα.

[το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο ηλεκτρονικό περιοδικό Ατέχνως, www.atexnos.gr, στις 03/11/2016]

 

Στις 8 Νοεμβρίου, ο ελεύθερος κόσμος (sic) θα αποκτήσει νέο ηγέτη. Ο νέος αυτός ηγέτης θα λέγεται Ντόναλντ Τραμπ ή Χίλαρυ Κλίντον. Απ’ τη μια ο ανάγωγος πολεμοκάπηλος σεξιστής και απ’ την άλλη μια γυναίκα, υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και περιστέρι της ειρήνης.

Όχι ακριβώς.

Για να κατανοήσουμε καλύτερα το πολιτικό γίγνεσθαι στις ΗΠΑ, χρειάζεται πρώτα να πούμε λίγα λόγια όσον αφορά α) το εκλογικό του σύστημα β) την «γεωγραφία» του καιγ) τα θέματα που απασχολούν περισσότερο τη δημόσια σφαίρα.
Στις ΗΠΑ το πολιτικό σύστημα είναι προεδρικό, που σημαίνει ότι διεξάγονται ξεχωριστές εκλογές για πρόεδρο (που συγκεντρώνει την εκτελεστική εξουσία και επιλέγει εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς της αρεσκείας του) και διαφορετικές εκλογές για το Κονγκρέσο (νομοθετικό σώμα με δύο «Βουλές», τη «Βουλή των Αντιπροσώπων» και τη «Γερουσία». Η μεν Βουλή απαρτίζεται από 435 μέλη που εκλέγονται κάθε 2 χρόνια σε μονοεδρικές περιφέρειες, ανάλογα με τον τόπο κατοικίας, με σχετική πλειοψηφία σε ένα γύρο. Οι έδρες που αντιστοιχούν σε κάθε πολιτεία είναι ανάλογες του πληθυσμού. Η Γερουσία αποτελείται από 100 μέλη, που εκλέγονται κάθε 6 χρόνια σε επίπεδο πολιτείας με πλειοψηφικό σύστημα σε δύο γύρους. Ανεξάρτητα απ’ το μέγεθος της πολιτείας, αυτή έχει 2 γερουσιαστές (2x50=100). Πχ. η Καλιφόρνια των 40 εκατομμυρίων και η Νεμπράσκα των 2 εκ, έχουν τον ίδιο αριθμό γερουσιαστών. Αυτό σύμφωνα με το Σύνταγμα «διασφαλίζει τον ομοσπονδιακό χαρακτήρα του κράτους». Για να γίνει νόμος ένα νομοσχέδιο χρειάζεται να ψηφιστεί και από τα δύο σώματα του Κονγκρέσου και να υπογραφεί απ’ τον πρόεδρο. Ο πρόεδρος δύναται να ασκήσει βέτο, αλλά αν το Κονγκρέσο ξαναψηφίσει τον σχετικό νόμο με αυξημένη πλειοψηφία 2/3, τότε ο πρόεδρος υποχρεούται να υπογράψει το νόμο. Να σημειωθεί ότι τα (δυο μεγάλα) αμερικανικά κόμματα δεν έχουν το βαθμό εσωτερικής πειθαρχίας που έχουμε συνηθίσει στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Τα περισσότερα νομοσχέδια μάλιστα περνάνε με μικτές πλειοψηφίες (πχ. στη Γερουσία 40 δημοκρατικοί και 25 ρεπουμπλικάνοι έναντι 20 δημοκρατικών και 15 ρεπουμπλικάνων). Ψηφίζουν δηλαδή απόλυτα «με βάση τη συνείδησή τους» ή για να είμαστε ακριβείς, με βάση το «πακέτο» που έλαβαν από κάποιον λομπίστα, δηλαδή εντεταλμένο υπάλληλο εταιρειών ή άλλων φορέων με αντικείμενο το «καλόπιασμα» (βλ. εξαγορά) βουλευτών. Σε κάθε περίπτωση τυχόν αρνητική ψήφος τους, κόντρα στη «γραμμή», δεν ισοδυναμεί με διαγραφή από το κόμμα, το οποίο άλλωστε έχει πολύ χαλαρή διάρθρωση, μοιάζοντας περισσότερο με λέσχες επιδόξων πολιτευτών, κόμμα «παλαιού τύπου» θα λέγαμε.
Στις προεδρικές εκλογές εκλογικό σύστημα είναι πάλι το πλειοψηφικό (First-past-the-post” ή “Winner takes all” το λένε οι Αμερικάνοι, σε αντίθεση με την άποψη του Γ. Αγγελάκα προφανώς). Αυτό σημαίνει ότι σε κάθε μια ξεχωριστή πολιτεία νικητής ανακηρύσσεται αυτός που θα έρθει πρώτος, άσχετα αν έχει πχ 12% και οι επόμενοι υποψήφιοι 11%, 10%, 9% κλπ. Ο νικητής κάθε πολιτείας, παίρνει το σύνολο των λεγόμενων «εκλεκτόρων». Αυτό το τελευταίο, με τους εκλέκτορες, είναι το 2ο καθοριστικό χαρακτηριστικό-έκπληξη. Η εκλογή λοιπόν, του προέδρου, δεν είναι άμεση, με βάση την λαϊκή ψήφο, αλλά με βάση τους 535 εκλέκτορες (που προκύπτουν… σχεδόν ανάλογα με τον πληθυσμό κάθε πολιτείας, και λέμε σχεδόν, γιατί μέσω ενός μηχανισμού οι μικρότερες σε πληθυσμό πολιτείες πριμοδοτούνται ελαφρώς. Συγκεκριμένα ο αριθμός των εκλεκτόρων ισούται με σύνολο των εδρών του Κονγκρέσου, δηλαδή 435 (Βουλή) + 100 (Γερουσία) + 3 (Περιοχή της πρωτεύσουσας Ουάσινγκτον, που δεν έχει βουλευτές) = 538.  Αυτό οδηγεί σε αλλοιώσεις του αποτελέσματος αφού αρκεί κάποιος να κερδίσει οριακά σε κάποιες πολιτείες, για να πιάσει το μαγικό αριθμό των 270 εκλεκτόρων χωρίς να είναι απαραίτητο να έχει την πλειοψηφία των ψηφοφόρων σε πανεθνικό επίπεδο. Το γεγονός αυτό έγινε κραυγαλέα αισθητό το 2000, όταν ο Αλ Γκορ (Δημοκρατικός) έχασε από τον Τζωρτζ Μπους (Ρεπουμπλικάνος) παρ’ ότι είχε 500.000 περισσότερες ψήφους. Ένα ακόμη περιστατικό κραυγαλέας αδικίας συνέβη στις εκλογές του 1992 όταν κόντρα στην παράδοση, ο Τεξανός επιχειρηματίες Ρος Περό κατήλθε ως ανεξάρτητος (δεξιών καταβολών πάντως) και έλαβε το πρωτοφανές για υποψήφιο που δεν ανήκει στο δικομματισμό, ποσοστό 19%. Όμως λόγω του καλπονοθευτικού συστήματος έλαβε 0 (ολογράφως «μηδέν») εκλέκτορες αφού δεν βγήκε 1ος σε καμία πολιτεία. Αυτά συμβαίνουν στο Νο1 εξαγωγέα δημοκρατίας τον κόσμο, τις ΗΠΑ. Ακόμη θα πρέπει να σημειωθεί ότι ενώ το εκλογικό δικαίωμα είναι (μετά από αιματηρούς αγώνες) καθολικό και τυπικά δεν υπόκειται σε περιορισμούς, ορισμένες πολιτείες, κυρίως αυτές με μεγάλο αριθμό μη λευκών κατοίκων, απαιτούν τέτοιο αριθμό γραφειοκρατικών διατυπώσεων προκειμένου να εγγράψουν πολίτες στους εκλογικούς καταλόγους (η εγγραφή δεν είναι αυτόματη όπως εδώ στα 18 χρόνια) που στην πράξη καθιστούν από δύσκολή έως αδύνατη τη συμμετοχή μειονοτήτων και λαϊκών στρωμάτων στην ψηφοφορία. Τέλος είναι ευρύτατα διαδεδομένη (στις εκλογές για το Κονγκρέσο) η πρακτική του λεγόμενου «gerrymandering». Ονομάζεται δε gerrymandering η περίτεχνη κατάτμηση των εκλογικών περιφερειών με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού (πχ. μαύροι, λατίνοι) να βρίσκονται συνεχώς μειοψηφούσες σε κάθε μια εκλογική περιφέρεια ακόμα και εάν αποτελούν σχεδόν το μισό πληθυσμό της, με αποτέλεσμα να μη βγάζουν ποτέ «δικό τους» βουλευτή. Μάλιστα καθώς η μόνη παράμετρος που θέτει ο νόμος είναι οι εκλογικές περιφέρειες να είναι «ενιαίες» και «συνεχείς», η εφευρετικότητα όσον αφορά το τελικό σχήμα πάνω στο χάρτη, είναι ανεξάντλητη με μοναδικό (αν και ανομολόγητο) σκοπό την αλλοίωση του αποτελέσματος. Το παρακάτω γράφημα είναι χαρακτηριστικό της χυδαιότητας των αμερικανών εκλογομαγείρων.

Το Gerrymanderring, Ανώτατο Στάδιο του Καλπονοθεύινγκ

Μια ακόμα διαφορά σε σχέση με την Ευρώπη, είναι η πολιτική «γεωγραφία». Στις ΗΠΑ υπάρχουν δύο βασικά πολιτικά κόμματα, οι Δημοκρατικοί (Democrats) και οι Ρεπουμπλικάνοι (Republicans). Οι Δημοκρατικοί αυτοχαρακτηρίζονται Φιλελεύθεροι (Liberals) και τοποθετούνται «κεντροαριστερά» και οι Ρεπουμπλικάνοι Συντηρητικοί (Conservatives) και τοποθετούνται «κεντροδεξιά». Είναι περιττό να αναφερθεί φυσικά ότι και οι δύο είναι ακραιφνείς υποστηρικτές του καπιταλιστικού συστήματος, το οποίο δεν αμφισβητείται σε καμία περίπτωση.
Και… κάπου εδώ αρχίζουν οι παρεξηγήσεις. Στην Ελλάδα (και σε ένα βαθμό στην Ευρώπη), οι δύο έννοιες, φιλελεύθερος και συντηρητικός, ταυτίζονται. Συντηρητικός στα μέρη μας είναι ο φιλελεύθερος (ελεύθερη οικονομία, λιγότερο κράτος, ιδιωτικοποιήσεις κλπ) που απλά έχει μια κάποια μεγαλύτερη προσήλωση στην παράδοση, τη θρησκεία κλπ.  Η απουσία ξεχωριστού φιλελεύθερου κόμματος στην Ελλάδα (οι περιθωριακές απόπειρες Βαλιανάτου, Τζήμερου κλπ δε μετράνε) οδήγησε στην κυριαρχική παρουσία της Νέας Δημοκρατίας,  ένα κόμμα το οποίο με τα Αμερικανικά δεδομένα θα χαρακτηριζόταν συντηρητικό. Αυτό λοιπόν σημαίνει ότι στις ΗΠΑ, οι Δημοκρατικοί είναι κάτι αντίστοιχο με το ΠΑΣΟΚ (ή σήμερα πλέον με το Σύριζα); Όχι, σε καμία περίπτωση. Και τα δύο κόμματα των ΗΠΑ αν μπορούσαν (μεταφυσικά) να μεταφερθούν στην Ελληνική πραγματικότητα, θα ήταν το ένα (Ρεπουμπλικάνοι) δεξιότερο της ΝΔ (κάτι σαν ΛΑΟΣ) και το άλλο (Δημοκρατικοί) οριακά «αριστερότερο» της ΝΔ, κάτι σαν Δημοκρατική Συμμαχία» της Ντόρας Μπακογιάννη. Στην Αμερικάνικη πολιτική σκηνή δεν υπάρχει, ιδεολογικά, πολιτικά και εν τέλει πρακτικά, χώρος για κάτι αριστερότερα των Δημοκρατικών. Φυσικά υπάρχουν και λειτουργούν κόμματα «πράσινα» ή σοσιαλιστικής ή και κομμουνιστικής αναφοράς, όμως είτε δεν κατεβαίνουν στις εκλογές και «δίνουν γραμμή» για ψήφο στους «Δημοκρατικούς» (τέτοια ήταν η θέση του λεγόμενου ΚΚ ΗΠΑ σε περασμένες δεκαετίες), είτε λαμβάνουν αμελητέα ποσοστά. Λόγω της ιστορίας της χώρας, του ψυχρού πολέμου και γενικότερα των κοινωνικών συνθηκών οι έννοιες «αριστερά», «πρόοδος», «σοσιαλισμός» (πόσο μάλλον «κομμουνισμός») είναι τόσο συκοφαντημένες, κατακρεουργημένες (βιασμένες θα λέγαμε) στη συλλογική συνείδηση των Αμερικανών (ακόμα και σε αυτή των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων) που στην παρούσα φάση κάθε αναφορά όχι απλά σε άλλο δρόμο ανάπτυξης και διαφορετική εξουσία, αλλά ακόμα και σε στοιχειώδεις μεταρρυθμίσεις που αποτελούν κοινό τόπο επί δεκαετίες στον υπόλοιπο καπιταλιστικό κόσμο (παιδεία, υγεία κλπ), φαντάζουν περιθωριακές και γραφικές. Όταν επί εκατονταετίες σου γανώνουν το κεφάλι με «American Dream»  και κοινωνικό δαρβινισμό δεν μπορείς να έχεις απαιτήσεις για κάτι παραπάνω. Θα δούμε στο Β’ μέρος πως μεταφράστηκε αυτό στην παρούσα προεκλογική εκστρατεία.
Φαινομενικά αντιφατικό προς τα παραπάνω είναι το σύστημα προεπιλογής των υποψηφίων του κάθε κόμματος, το οποίο φαντάζει όαση δημοκρατίας, αλλά μόνο επιφανειακά. Οι  υποψήφιοι πρόεδροι αναδεικνύονται μέσω της διαδικασίας των προκριματικών εκλογών, οι οποίες είναι είτε «κλειστές», δηλαδή συμμετέχουν σ’ αυτές μόνο τα μέλη του κόμματος, είτε «ανοιχτές», με συμμετοχή οποιουδήποτε, κάτι σαν τις εκλογές προέδρου σε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ τα τελευταία χρόνια. Θα λέγαμε λοιπόν μεταξύ σοβαρού, αστείου και αστειότερου, ότι θα αποτελούσαν, αν δεν ήταν τόσο μηντιακό τσίρκο, το «απαύγασμα» της… άμεσης δημοκρατίας. Μιας «δημοκρατίας» που βασίζεται στο ποιος θα βρει τους περισσότερους και πλουσιότερους χρηματοδότες, ποιος θα λασπώσει περισσότερο τον αντίπαλο με μαύρη διαφήμιση και ποιος θα κάνει τις πιο στημένες και άγρια προβαρισμένες εκφωνήσεις ατακών και εξυπνάδων στα τηλεοπτικά δίκτυα.
Τέλος, πρέπει να ειπωθεί ότι ο καθορισμός της πολιτικής ταυτότητας κάποιου στις ΗΠΑ, όπως έχει καθιερωθεί στα ΜΜΕ, γίνεται πάνω σε δύο άξονες. Τον «οικονομικό» και τον «κοινωνικό». Με βάση τον οικονομικό πχ. κάποιος που πιστεύει σε ελεύθερη οικονομία, λιγότερους φόρους, απορρύθμιση εργασιακών σχέσεων κλπ θεωρείται «συντηρητικός-δεξιός». Κάποιος που πιστεύει σε μια μεγαλύτερη παρέμβαση του κράτους, και ένα πλέγμα στοιχειωδών, στοιχειωδέστατων για την ακρίβεια παροχών, θεωρείται «φιλελεύθερος-αριστερός». Στο δεύτερο πεδίο, αυτό των «κοινωνικών θεμάτων», δεξιός θεωρείται ο βαθιά θρησκευόμενος, ο κατά των εκτρώσεων και των γκέι γάμων και υπέρ της οπλοχρησίας, ενώ αριστερός αυτός που υποστηρίζει τους LGBTQI+, που είναι υπέρ των εκτρώσεων, της αποποινικοποίησης των ναρκωτικών κλπ. Αυτό φυσικά δημιουργεί ένα πρόβλημα ταξινόμησης όσων  έχουν προσωπικές απόψεις και από τα δύο ρεύματα (συντηρητισμού-φιλελευθερισμού). Ο όρος που αντιστοιχεί στις ΗΠΑ σε κάποιον που είναι πχ. υπέρ της ελεύθερης οικονομίας αλλά και υπέρ της αποποινικοποίησης της κάνναβης είναι αυτός του Libertarian (ελευθεριακός). Σίγουρα… ατυχής επιλογή λέξεων.
Είναι αλήθεια ότι οι δημοκρατικοί δεν χρησιμοποιούν συχνά για τους εαυτούς τους τον όρο αριστερός, ενώ οι ρεπουμπλικάνοι δηλώνουν συνήθως με καμάρι ότι είναι δεξιοί. Το αντίστροφο δηλαδή από αυτό που έχουμε συνηθίσει στην Ελλάδα, όπου λόγω των κοινωνικών συνθηκών και του ιστορικού παρελθόντος της χωράς (κάποιοι το λένε προβοκατόρικα «ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς»), οι δεξιοί χρησιμοποιούν όρους όπως πατριώτης κλπ. Αντίθετα ο κάθε ένας από τις παρυφές της αναρχίας έως το ΠΑΣΟΚ χρησιμοποιεί με καμάρι τον όρο αριστερός, ένδειξη ότι θέλει να είναι κάτοχος  κάποιου φαντασιακού (ή και πραγματικού αλλά σε ξένες πλάτες) ηθικού πλεονεκτήματος.
Αυτά τα, τεχνικής φύσεως, εισαγωγικά, για τη «μεγαλύτερη δημοκρατία του κόσμου». Στο Β’ Μέρος θα δούμε την κατάσταση όπως διαμορφώνεται σήμερα, εν όψει των προεδρικών εκλογών της 8ης Νοεμβρίου με διεκδικητές το Ντόναλντ Τραμπ εκ μέρους των Ρεπουμπλικάνων και τη Χίλαρυ Κλίντον εκ μέρους των Δημοκρατικών.

Δείτε:
-Βίντεο για την πρακτική του gerrymandering από την ομάδα Crash Course

Δεν υπάρχουν σχόλια: